Ἰφικλέα

Ἰφικλέα
Ἰφικλέης
masc acc sg (epic ionic)
Ἰφικλέᾱ , Ἰφικλέης
masc acc sg (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • βουφάγος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήρωας των Αρκάδων του οποίου το όνομα πήρε ο παραπόταμος του Αλφειού. Ο μύθος αναφέρει ότι ήταν γιος του Ιαπετού και της Θόρνακας και ότι δολοφονήθηκε από την Άρτεμη γιατί φανέρωσε τον ερωτικό του πόθο γι’ αυτήν. Κατά την… …   Dictionary of Greek

  • Ησίοδος — (8ος – 7ος αι. π.Χ.).Ποιητής. Γεννήθηκε στην Άσκρα της Βοιωτίας. Θεωρείται ο πατέρας της διδακτικής ποίησης στη Δύση. Ο πατέρας του ήρθε από την Κύμη της Μικράς Ασίας και εγκαταστάθηκε στην Άσκρα της Βοιωτίας τη «χείμα κακή, θέρει αργαλέη, ουδέ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”